Άτομα με φτωχή αυτοεκτίμηση, επιδεικνύουν χαμηλά επίπεδα εμπιστοσύνης στις ικανότητές τους, δυσκολεύονται να εκφράσουν τη γνώμη τους και συνήθως υποτάσσουν τις ανάγκες και τις επιθυμίες τους στους άλλους, προκειμένου να κερδίσουν την αποδοχή. Χαρακτηρίζονται από αέναες προσπάθειες αποφυγής οποιουδήποτε λάθους κι αυτό τους κάνει να μένουν αποστασιοποιημένοι από οτιδήποτε νέο ή καινούριο. Αποτέλεσμα είναι να υιοθετούν μια άκαμπτη συμπεριφορά κατά την οποία προσπαθούν μάταια να μην αποτύχουν σε κανένα τομέα.
Πώς όμως δημιουργείται η χαμηλή αυτοεκτίμηση; Πρωταρχικό λόγο παίζουν οι πρώιμες εμπειρίες με σημαντικούς άλλους. Αν το περιβάλλον στο οποίο το παιδί μεγαλώνει είναι υποστηρικτικό, χωρίς επικρίσεις και παράλογες απαιτήσεις, τότε το παιδί μαθαίνει να αναπτύσσει στο έπακρο το δυναμικό του και μπορεί άφοβα να βασιστεί στις ικανότητες του. Σε περιπτώσεις υπερπροστατευτικών γονέων που καλλιεργείται η μη ελεύθερη έκφραση, το παιδί δε μαθαίνει να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες, κάτι το οποίο υπονομεύει την αυτοεκτίμησή του. Υγιή θεωρούνται εκείνα τα περιβάλλοντα στα οποία το παιδί μπορεί να εκφράσει τις ανάγκες και τα συναισθήματά του, καθοδηγείται, επιβραβεύεται και μπορεί να αγαπηθεί για αυτό που πραγματικά είναι.
Στα πλαίσια μιας ψυχοθεραπευτικής σχέσης, άτομα με χαμηλή αυτοεκτίμηση μαθαίνουν να αναγνωρίζουν δυσλειτουργικούς τρόπους σκέψης και συμπεριφοράς, με απώτερο στόχο την υγιή ανάπτυξη των δυνατοτήτων τους, που με τη σειρά της θα επηρεάσει και ποικίλους τομείς της ζωής τους στους οποίους συναντούν δυσκολίες (σχέσεις, εργασιακό περιβάλλον κ.ά).
Μπατσίλα Γεωργία, Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια
Τηλ. Επικοινωνίας 6947807740